Δευτέρα 17 Φεβρουαρίου 2014

Αυτο-τρόχισμα

  • Ποιητής μάλλον είναι κάποιος που πασχίζει να χορδίζει λέξεις, έννοιες, συναισθήματα, εικόνες και απουσίες.
Όλα αυτά ταυτόχρονα και χωρίς να το καταλαβαίνει ο ίδιος. Του το λένε οι άλλοι

  • Φίλοι είναι όλα εκείνα τα κομμάτια που σου λείπουν

  • Άλλη μια μάχη, άλλη μια προσπάθεια επιβίωσης, άλλη μια πόρτα που πασχίζεις να μείνει ανοιχτή μήπως και μπει αέρας μέσα σου. Πολύ άπνοια όμως

  • Έτσι ξαφνικά, η μάνα μου με συμβούλευσε να συνεχίσω να γράφω. Μάλλον δεν θέλει να πεθάνω. Εγώ πάλι λέω να σταματήσω να γράφω εντελώς μήπως και καταφέρω να ζω περισσότερο αντί να επιβιώνω. Χάσμα γενεών

  • Δεν παίρνω κανέναν τηλέφωνο πια. Προτιμώ να είμαι μόνος μου μονάχος

  • Πρέπει να αντισταθώ. Αρχίζω όμως και αμφιβάλλω προς τα που

  • Δεν θέλω να έχω την τελευταία λέξη. Ιδιαίτερα όταν είναι κάτι σαν «ωχ μανούλα μου»

  • Μην φωνάζετε τόση σιωπή. Θα την φορολογήσουν κι αυτήν

  • Δεν είμαι ιδιαίτερα έξυπνος. Αν ήμουν δεν θα έγραφα

  • Πωλούνται αυθεντικά νεύρα και απόγνωση στο κουτί τους. Ανταλλάσσονται με φάρμα στην Αυστραλία ή δέκα πρόβατα και πέντε κότες




  • Στα μάτια των παιδιών μου υπάρχει ακόμα γέλιο. Μεγάλη υπόθεση




Πέμπτη 6 Φεβρουαρίου 2014

Απεργιακό δελτίο

Μερικές φορές που  κατεβαίνει χαμηλά ο ουρανός  
ψηλώνω απότομα
                                    για λίγο
που θυμάμαι πάλι βασικά πράγματα
πως πρέπει δηλαδή να ξεπληρώνονται
τα χρέη ψυχής
στο ακέραιο

Από Δευτέρα και κάθε Δευτέρα την ξέρουμε την ρότα
 συνεχίζουμε μόνοι
στις προσωπικές απεργίες του καθ’ ημέρα βίου
κι η ξεκούραση μας τα Σαββατοκύριακα με Λαϊκή
και αγχωμένους έρωτες

Ναι ξέρω· κλισέ στο κλισέ
Μην περιμένεις όμως κι εσύ πολλά
ευτυχώς να λες που βρέχει μερικές φορές κι έχουμε άλλη μια ευκαιρία
να κρεμάμε άλλοθι και συγνώμες στα βλέφαρα
                                                                        αθέατοι και στα σιωπηλά

Απεργώ την μοναξιά μου αύριο
θα ήθελα να ελπίζω με πολλές μοναξιές ακόμη
            να χορτάσει τουλάχιστον το μάτι
                                                            των άλλων

Από Δευτέρα μέχρι Παρασκευή ξανά σκυφτοί
να περνούν οι μέρες ίδιες
            και οι νύχτες καθόλου

να αφουγκράζομαι την τσέπη μου να τρίβεται στο κενό της
                                    τα παπούτσια μου να αγωνιούν στεγανότητα απ’ έξω
όσο από μέσα τρίζουν παράπονο
για τα όλο και πιο πολλά άδεια βαδίσματα
και τις σιωπές των φίλων στις οθόνες

κι όλο μου λένε να πάμε να ζήσουμε κάπου – οπουδήποτε
εδώ πεθαίνουμε ακίνητοι

Αύριο πληρώνω το δικαίωμα της μοναξιάς μου να τους φτύνει
            Αλλά κυρίως τιμώ την αγκαλιά των ετοιμοθάνατων
που τίμησαν την συναδελφικότητα
Πολλοί, λίγοι, ή ελάχιστοι έστω, δεν είναι της ώρας αυτά

Δεν ξέρω τι άλλο και πως

            ίσως και μια ομπρέλα στην κωλότσεπη
                                    δυό τηλέφωνα δικηγόρων στο τσεπάκι
                                                και δυο-τρεις φτηνές μάσκες άνθρακα στο μπουφάν

Κι αν τύχει η στραβή
όχι από στενά και μην ξεμοναχιάζεσαι

και να φωνάζεις το όνομά σου φίλε

και να μην εμπιστεύεσαι κανέναν

Ούτε εμένα
                        γιατί δεν ξέρω πόσο μπορεί να αντέξει κανείς μόνος του

Τα λέμε κάτω


Πόσο κάτω, δεν ξέρω