Κυριακή 30 Μαρτίου 2014

Ένα λοξό και στραβωμένο καρφί





Με παρακολουθώ στενά τελευταία
Όλο μετράω κι όλο ζυγίζω τα αόρατα
Και νομίζω πως δεν αντέχω πια τίποτα. Κανέναν. Πουθενά.

Άδειος
σαν χρησιμοποιημένος κάλυκας βεγγαλικού
που ότι ήταν να δώσει το έδωσε
Τσαλακωμένος
σαν παλιό κουτάκι μπύρας
ενσωματωμένο στην άσφαλτο ταχείας κυκλοφορίας
                        χωρίς τίποτα σε κίνηση για σκιά
                        να περιμένει την σκουριά από το φως
                                    να λιώσει

Κι είναι βάρος τα κουφάρια νεκρών επιλογών στα πόδια μου
μετρημένες όσες και οι αρνήσεις  μου
χαραγματιές ανά πεντάδες στους γεμάτους από μάσκες άλλοθι τείχους μου
                        με τους απόκοσμους ήχους μου
                         με κοιτούν σιωπηλές και δακρύζουν
                                                σε χρόνους Παρατατικούς και Παρακείμενους

σαν κάρτες με φρεσκοβαμμένα σπίτια σε κυκλαδίτικο νησί
καμουφλαρισμένες απελπισίες και ψεύτικες δεύτερες ευκαιρίες
            ανακατεμένες με την ψιλή χρυσή άμμο κάτω από τα νύχια
με τα γαλάζια παραθυρόφυλλα και τις ψάθινες καρέκλες στο πεζούλι
τουριστικές εικόνες της καθαρότητας του άσπρου
και καρφώμένη ψηλά η σκοτεινιά
εικόνισμα πάνω και μέσα από την είσοδο
                                    σε λοξό και στραβωμένο καρφί
                                                ασβεστωμένη κι αθέατη
στις απογευματινές σκιές από τα εκκλησάκια με τους γαλάζιους τρούλους

Πάει λίγος καιρός που ανακάλυψα πόσα σαπίζει ο χρόνος
                        και πόσα ανασταίνονται στη σιωπή σκουριασμένων στιγμών
πάει λίγος καιρός που με συσσωρεύω μέσα μου να με σώσω
                                                κι όλο να φεύγω θέλω
                                    εγκλωβισμένος στην ανθρωπίλα μου εδώ και πολύ καιρό

Έχω κάπου σε ένα συρτάρι μια φωτογραφία μου να φεύγω
πάρτην όταν θα κοιμάμαι και φύλαξέ την
κράτα την σαν σελιδοδείκτη
            σε ετούτο το συνοθύλευμα όλων με τα πάντα
            την ώρα που η πίστωση είναι η μόνη αποδεκτή συναλλαγή
                                    που επιμένω ακόμη να  πληρώνω μνήμες μετρητοίς
κι απλά φεύγω

Και τελικά αρχίζω να πιστεύω πως στα πατήματα που αφήνεις
δεν έχει τόση  σημασία ο δρόμος
ούτε το ταξίδι                                                 ούτε ο προορισμός
                                                            αλλά η στιγμή που θα διαβείς το κατώφλι

Παρασκευή 14 Μαρτίου 2014

Ίσως αύριο





I've been down and I'm wondering why
These little black clouds keep walking around with me,
With me
It waste time and I'd rather be high
Think I'll walk me outside and buy a rainbow smile but be free,
They're all free
So maybe tomorrow I'll find my way home
So maybe tomorrow I'll find my way home

I look around at a beautiful life
I've Been the upper side of down
Been the inside of out but we breathe,
We breathe

I wanna a breeze and an open mind
I wanna swim in the ocean
Wanna take my time for me,
All me

So maybe tomorrow I'll find my way home
So maybe tomorrow I'll find my way home

So maybe tomorrow I'll find my way home
So maybe tomorrow I'll find my way home

Τρίτη 4 Μαρτίου 2014

Σε πείσμα των καιρών



Απρόσκλητα. Όπως όλες οι αισθήσεις. Σε ζεύγη.
Εγκλωβισμός. Και Απομόνωση

Αρχίζει την μέρα που η απώλεια εξαλείφει το αύριο,
υπάρχει όσο οι ήχοι στο μυαλό μου ζουν τρώγοντας ψοφίμια
                                    από εικόνες και φίλους
                        που με κρατάνε ζωντανό ακόμη,
τελειώνει την στιγμή που νοιώθεις πως η ζωή κρατιέται ακούσια όρθια
για ένα πείσμα

Κάθε πρωί στον δρόμο κάστρα θεόρατα οι στιγμές
και στην δουλειά τα ίδια και χειρότερα
 κλειδώνουν χείλη με βουλοκέρι και σφραγίδες
                                                                        της ανάγκης
από διαφόρων ειδών παραιτήσεις
δίπλα, απέναντι, πάνω, κάτω, γύρω
                                                            και μέσα

Κι όλο μετράω πιο πολλά τα λίγα που χρειάζονται. Διαρκώς.

τα βλέπω κι ούτε να τρομάξω πια
                                                Τίποτα. Εντελώς.
           
Έγινε ντροπή να συναντώνται τα βλέμματα
                                    προσκυνητές τα μάτια δένονται πισθάγκωνα
                                                                                                μόνα τους
να μην εκστομιστούν λόγια
μην ταραχθεί η ηχώ τους

Δελτίο απωλειών κάθε ημέρα. Λίστα. Προσκλητήριο εννοιών.
Που συνέχεια βγαίνουν αδικαιολογήτως απούσες.

                                                και που να δεις και τις νύκτες.

Δεν μιλάμε πια. Σωστά. Δεν.
                        Τίποτα να ειπωθεί. Που δεν.
Οδοστρωτήρας η τεχνική της επιβίωσης, ισοπεδώνει ότι.

Γέμισε ο κόσμος μου ρολά κατεβασμένα

Χάθηκαν και το νόημα της ακρόασης και η σειρά στην γραφή.
Ίσως πάλι να τα χάσαμε μόνο εμείς. Οι λοξοί.
Οι από μόνοι μας. Από υπερβολική σιγουριά.
           
Στα αδιέξοδα δεν μετράνε ύφος και αυθεντία αλλά πόσο μπορείς να σκαρφαλώσεις
                                                            Και η βουτιά που θα κάνεις μετά

Όμως καρφί δεν μου καίγεται πια για την παράσταση
Ένα μονόπρακτο μας αναλογεί πλέον και το δικό μου θα το πάω μέχρι αυλαία.
Γιατί έτσι.
Γιατί για εσένα και τα παιδιά πεισμώνω. Και παίζω.
                                                                                    Κι αντέχω. Όσο.

Ίσως να πέσαμε σε άτυχους καιρούς· ίσως να είμαι εγώ ο άτυχος.
                        Που θέλω να ξεχάσω και δεν μπορώ.
Ευτυχώς.