Έξω από το Άρσης Βαρών, σε εκείνο το παρατημένο παρκάκι με
τα ξεχασμένα φυτά, κάποια Σάββατα χαρακώνεται ο Πειραιάς στις οροφές αμαξιών
Στο διπλανό γήπεδο, πιτσιρικάδες προβάρουν εφηβείες όσο μεσήλικες
φτύνουν αντριλίκι ουρλιάζοντας τις στερήσεις τους στις κερκίδες
Με το βολάν για αναλόγιο, έξω στο μικρό πάρκινγκ, σκούρα
βιβλία φυλλομετρούν την σκιά μιας άτυπης εξαίρεσης που ‘χει τις συμβάσεις
κρεμασμένες στο χειρόφρενο
Το στριμωξίδι στην σιωπή των κενών μεταξύ των λέξεων,
αντανακλά σφιχτό στόμα και συνοφρυωμένο μέτωπο, πασχίζει να κρυφτεί μέσα σε
μουσικές από κάτι άγνωστα mp3,
ανησυχώντας υπερήλικους περιπατητές
Η αμηχανία, σαν τις λευκές πίσω σελίδες ποιητικών βιβλίων, διαρκεί
λίγο. Η ενατένιση όμως έχει τους δικούς της κανόνες
Σύντομα, θα ανάψει η μηχανή του αυτοκινήτου, θα πραγματωθεί
η οφειλόμενη αναστροφή και η γνωστή πορεία προς την καθημερινότητα θα επανέλθει,
αφήνοντας μια κηλίδα λάδια από την πολυκαιρισμένη μηχανή στο οδόστρωμα και
γόπες στριφτών στο πεζοδρόμιο
Μερικά χιλιόμετρα πιο κάτω, κάποιο χαμογελαστό ταμείο σούπερ
μάρκετ προσφέρει Σαββατιάτικη πραγμάτωση,
με κουπόνια ή κάρτα
Καλά πήγε κι αυτή η προπόνηση, όπως όλες άλλωστε
Και οι αγώνες, από αναβολή σε αναβολή